Τι είναι;
Η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα (ΔΙ), γνωστή και ως ανάστροφη ακμή, είναι μία υποτροπιάζουσα, χρόνια, φλεγμονώδης δερματική πάθηση, η οποία μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε περιοχή του δέρματος περιέχει σμηγματογόνους αδένες1-3.
Ποια είναι τα συμπτώματα και οι διαφορετικές μορφές της;
Η διάγνωση της διαπυητικής ιδρωταδενίτιδας τίθεται όταν πληρούνται και τα 3 κλινικά κριτήρια: 1) παρουσία τυπικών βλαβών ΔΙ, δηλαδή επώδυνων οζιδίων, και/ή αποστημάτων (καλόγεροι), και/ή συριγγίων και ή ουλών, 2) τυπική εντόπιση στις περιοχές προσβολής της ΔΙ, όπως οι μασχάλες και οι περιοχές γύρω από τα γεννητικά όργανα και τους μηρούς, και 3) χρόνια πορεία με πολλαπλές υποτροπές (ιστορικό εμφάνισης 6 μήνες)4.
Συνηθέστερα επηρεάζονται οι μασχάλες, η περιοχή κάτω από το στήθος, η βουβωνική χώρα και η περιοχή γύρω από τον πρωκτό3,5, ενώ ενίοτε επηρεάζει επίσης το τριχωτό της κεφαλής, τον κορμό, τον αυχένα, τις περιοχές πίσω από τα αυτιά και τα βλέφαρα3,5. Η φλεγμονή στους θύλακες των τριχών οδηγεί στον σχηματισμό επώδυνων βλαβών, με τον «πόνο» να χαρακτηρίζεται το πιο ενοχλητικό και οδυνηρό σύμπτωμα για τους περισσότερους ασθενείς6,7.
Το πιο πρώιμο κλινικό σύμπτωμα της ΔΙ είναι συνήθως η εμφάνιση μεμονωμένων οζιδίων ή αποστημάτων (καλόγεροι). Αν δεν αντιμετωπιστεί, η ΔΙ μπορεί να εξελιχθεί από μια ήπια νόσο, με μεμονωμένες, διαχωρισμένες βλάβες, σε μια μέτρια νόσο, όπου τα αποστήματα υποτροπιάζουν και ενώνονταιγια να σχηματίσουν δερματικά συρίγγια που εκκρίνουν δύσοσμα υγρά. Τελικά, μπορεί να εξελιχθεί σε μια σοβαρή νόσο, όπου η χρόνια φλεγμονή οδηγεί σε ουλές και μη αναστρέψιμη καταστροφή του δέρματος, και η οποία εκδηλώνεται με τη μορφή πολλαπλών αποστημάτων, αλληλοσυνδεόμενων συριγγίων, άφθονων δύσοσμων υγρών και ουλών. Η προοδευτική εξέλιξη της νόσου ενδέχεται επίσης να οδηγήσει σε συστηματικές επιπλοκές, όπως αναιμία και υποπρωτεϊναιμία2.
Πόσο συχνά εμφανίζεται;
Οι εκτιμήσεις για το πόσο συχνή είναι η ΔΙ διαφέρουν πολύ, με ποσοστά που κυμαίνονται από 0.05% έως 4.1% στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική8. Στην Ελλάδα, υπάρχουν λίγες πληροφορίες για το πόσοι άνθρωποι έχουν ΔΙ, κάνοντας δύσκολη την ακριβή εκτίμηση. Ωστόσο, μία πληθυσμιακή μελέτη που χρησιμοποίησε διαδικτυακή έρευνα, έδειξε ότι το ποσοστό είναι 0.60%9.
Η ΔΙ είναι πιο συχνή στις ηλικίες 30-50 ετών και επηρεάζει περισσότερο τις γυναίκες, με αναλογία 3 γυναίκες προς 1 άνδρα στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική8.
Πώς επηρεάζεται η ζωή των ασθενών από τη νόσο;
Η ΔΙ επηρεάζει τους ασθενείς σωματικά, ψυχολογικά και κοινωνικο-οικονομικά. Περίπου το 60% των ασθενών βιώνουν σημαντική ή εξαιρετικά σημαντική μείωση της ποιότητας ζωής τους6,10. Η ΔΙ έχει μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στην ποιότητα ζωής σε σύγκριση με άλλες χρόνιες δερματικές παθήσεις, όπως η αλωπεκία, η ακμή, η ψωρίαση, οι αγγειακές ανωμαλίες προσώπου και η ατοπική δερματίτιδα11,12,13.
Οι ασθενείς με ΔΙ συχνά αναπτύσσουν και άλλες παθήσεις, συμπεριλαμβανομένων άλλων φλεγμονωδών καταστάσεων, καρδιαγγειακής νόσου και κατάθλιψης14. Η ΔΙ συνδέεται με τεράστια ψυχολογική επιβάρυνση για τους ασθενείς, με υψηλά ποσοστά εμφάνισης κατάθλιψης και αυτοκτονικών σκέψεων15,16. Οι ασθενείς με ΔΙ συχνά βιώνουν κοινωνικο-οικονομικές δυκολίες, ως αποτέλεσμα της μειωμένης ικανότητάς τους για εργασία και της αυξημένης απουσίας τους από αυτήν17,18,19.
Η ΔΙ συνήθως ξεκινά λίγο μετά την εφηβεία, όμως συχνά παραμένει αδιάγνωστη για αρκετά χρόνια8. Η έγκαιρη αναγνώριση και διάγνωση της ΔΙ είναι πολύ σημαντική, προτού «κλείσει» το «παράθυρο ευκαιρίας» για θεραπευτική παρέμβαση στο νόσημα, και εγκατασταθούν μη αναστρέψιμες, ανθεκτικές στη θεραπεία βλάβες20. Για την καλύτερη διαχείριση της ΔΙ απαιτείται συνεργασία μεταξύ διαφορετικών ειδικοτήτων3.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Η επιλογή της θεραπευτικής προσέγγισης εξαρτάται από το στάδιο της νόσου και τη σοβαρότητά της2. Ο σκοπός της θεραπείας είναι να μειωθεί η σοβαρότητα της νόσου και να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής των ασθενών. Κινήσεις - «κλειδιά» για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της ΔΙ είναι ο περιορισμός της εμφάνισης και του αριθμού των φλεγμονωδών βλαβών, η μείωση της έκκρισης πύου, η ανακούφιση του πόνου και η πρόληψη των λοιμώξεων21,22. Αλλαγές στον τρόπο ζωής των ασθενών, όπως η απώλεια βάρους και η διακοπή του καπνίσματος, ενδεχομένως να βοηθήσουν στην επιβράδυνση της εξέλιξης της νόσου2. Σύμφωνα με τις Ευρωπαϊκές (Γερμανικές) κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαχείριση της ΔΙ, η νόσος ταξινομείται σε δύο μορφές: ενεργή-φλεγμονώδης και ανενεργή-κυρίως μη φλεγμονώδης23. Η ενεργή μορφή αντιμετωπίζεται με φάρμακα (συστηματικά αντιβιοτικά, βιολογικούς παράγοντες), ενώ η ανενεργή μορφή αντιμετωπίζεται χειρουργικά. Η αντιμετώπιση της ΔΙ είναι πολυδιάστατη και βασίζεται σε μια ολιστική προσέγγιση που συνδυάζει φαρμακευτική θεραπεία (για μείωση της φλεγμονής) και χειρουργική επέμβαση (για αφαίρεση μη αναστρέψιμης δερματικής βλάβης)23.