Συνεργασία για την ανάπτυξη προϊόντων και την αντιμετώπιση των προκλήσεων της τρέχουσας πανδημίας
Σήμερα, η Novartis και μια κοινοπραξία εταιρειών βιοεπιστημών ανακοίνωσαν μια σημαντική συνεργασία για την επιτάχυνση της ανάπτυξης, της παραγωγής και της διάθεσης εμβολίων, διαγνωστικών μεθόδων και θεραπειών για τον COVID-19 στο πλαίσιο απόκρισης στην πανδημία. Ο κλάδος προσφέρει τις εγκαταστάσεις, τους πόρους και την τεχνογνωσία που είναι απαραίτητα για την ανεύρεση αποτελεσματικών και ευέλικτων λύσεων στην πανδημία που επηρεάζει δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλον τον κόσμο. Ο αντίκτυπος στα συστήματα υγείας, την οικονομία και τη ζωή των ανθρώπων είναι μεγάλος και η αποτελεσματική ανταπόκριση προϋποθέτει ρηξικέλευθη συνεργασία μεταξύ της κυβέρνησης, των πανεπιστημίων, του ιδιωτικού και του φιλανθρωπικού τομέα.
Ως από κοινού πρόεδρος μιας κοινοπραξίας εταιρειών βιοεπιστημών από τρεις ηπείρους, ο Vas Narasimhan, CEO της Novartis, ανέφερε τα εξής: «Έχουμε βαθιά συναίσθηση της κοινής ευθύνης να διερευνήσουμε εάν υπάρχουν συγκεκριμένοι τομείς όπου η συνεργασία μεταξύ των εταιρειών βιοεπιστημών και του Ιδρύματος Bill & Melinda Gates μπορεί να επιταχύνει την ανεύρεση λύσεων στην πανδημία. Πέρα από τις επιμέρους συνεισφορές των εταιρειών, η συλλογική δράση είναι καθοριστικής σημασίας και θα διασφαλίσει ότι οι πολλά υποσχόμενες μελέτες για εμβόλια, φάρμακα και διαγνωστικές μεθόδους θα επεκταθούν προκειμένου να είναι σύντομα διαθέσιμες στους ανθρώπους σε όλον τον κόσμο που έχουν επηρεαστεί από την πανδημία».
Δοκιμές σε υπάρχοντα φάρμακα, διαγνωστικές μεθόδους, ενώσεις και υπό διερεύνηση εμβόλια έχουν ξεκινήσει σε όλον τον κόσμο προκειμένου να εντοπιστούν παρεμβάσεις που θα επιβραδύνουν ή θα θέσουν τέλος στην πανδημία. Προϊόντα που δείχνουν αποτελεσματικότητα θα πρέπει να μελετηθούν στο πλαίσιο κλινικής μελέτης, να περάσουν στην παραγωγή και τη διάθεση εφόσον αποδειχθεί η αποτελεσματικότητά τους. Ο κλάδος των βιοεπιστημών έχει εκτενή εμπειρία σε αυτούς τους τομείς, καθώς διαχειρίζεται προϊόντα που φτάνουν σε δισεκατομμύρια ανθρώπους κάθε μέρα.
Ο Mark Suzman, CEO του Ιδρύματος Bill & Melinda Gates δήλωσε: «Γνωρίζουμε ότι ο ιδιωτικός τομέας έχει τεχνογνωσία που καλύπτει όλο το φάσμα, από την ανακάλυψη, στις κλινικές δοκιμές και την εμπορική διάθεση. Προσβλέπουμε στην αξιοποίηση αυτής της γνώσης και εμπειρίας, τον συνδυασμό τους όπου αυτό είναι δυνατό και τη σύνδεση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για να δούμε κατά πόσον μπορούμε να συμβάλουμε στην εξομάλυνση της καμπύλης της πανδημίας και να διασφαλίσουμε ότι τα αποτελέσματα θα είναι διαθέσιμα σε όλους τους πολίτες του κόσμου, ειδικότερα σε εκείνους που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο και τους πλέον φτωχούς».
Σε συνέχεια μιας τηλεδιάσκεψης με την ηγεσία του Ιδρύματος Gates, οι εταιρείες εργάζονται προκειμένου να βρουν συγκεκριμένες δράσεις που θα επιταχύνουν την διάθεση στο πεδίο θεραπειών, εμβολίων και διαγνωστικών μεθόδων. Ως πρώτο βήμα, 15 εταιρείες συμφώνησαν να μοιραστούν τα αρχεία κατοχυρωμένων μοριακών ενώσεων τους, που έχουν ήδη καταδείξει κάποιον βαθμό ασφάλειας και δραστικότητας, με τον επιταχυντή για την ανάπτυξη θεραπειών COVID-19 Therapeutics Accelerator, που ανακοινώθηκε πριν από δύο εβδομάδες από το Ίδρυμα Gates, τη Wellcome και τη Mastercard, προκειμένου να εξεταστούν άμεσα ως προς τη δυναμική τους ενάντια στον COVID-19. Οι επιτυχημένες εγγραφές θα περάσουν πολύ γρήγορα, μέσα σε δύο μήνες, σε δοκιμές in vivo.
«Πρόκειται για ένα ενθαρρυντικό πρώτο βήμα σε έναν κρίσιμο τομέα, καθώς, εάν κάποιες από τις εν λόγω ενώσεις αποδειχθούν αποτελεσματικές ενάντια στον COVID-19, επιταχύνεται καθοριστικά η διαδικασία έγκρισης και κλιμάκωσης του προϊόντος» ανέφερε ο Suzman. «Ενώ κάθε ένας από τους εταίρους θα συνεχίσει να εξετάζει και άλλες λύσεις σε συνεργασία με τις εθνικές κυβερνήσεις και λοιπούς εταίρους, πρόκειται για πρώτης τάξεως παράδειγμα που δικαιολογεί την αισιοδοξία μας ότι αυτή η πρωτοποριακή συνεργασία θα προσφέρει μια πλατφόρμα για μια ρηξικέλευθη προσπάθεια που θα βοηθήσει στην αντιμετώπιση της παγκόσμιας έκτακτης ανάγκης για την υγεία».
Μεταξύ των εταιρειών που συμμετέχουν στη συνεργασία είναι οι: BD, bioMérieux, Boehringer Ingelheim, Bristol-Myers Squibb, Eisai, Eli Lilly, Gilead, GSK, Johnson & Johnson, Merck (γνωστή εκτός ΗΠΑ και Καναδά ως MSD), Merck KGaA, Novartis, Pfizer και Sanofi.